Ραντόσσι

Ραντόσσι,η αγάπη που έγινε λατρεία.

Η ιστορία ξεκίνησε αρκετά χρόνια πριν όταν κάποιοι κάτοικοι του χωρίου ήθελαν να κάνουν αποδράσεις στα βουνά και να γνωρίζουν την φύση. Έτσι λοιπόν είχαν μία ιδέα την κατασκευή μια καλύβας, ενός καταφυγίου όπου εκεί θα μπορούσαν να μείνουν και κάποια βράδια εκεί όλοι μαζί. Και μία μέρα η ιδέα άρχισε να γίνετε πράξη σιγά σιγά, λιθαράκι το λιθαράκι η καλύβα χτίστηκε και τότε η παρέα αυτόν τον ανθρώπων το γλέντησε με όλη τους την καρδία και εκείνη η νύχτα ήταν η πρώτη νύχτα που κοιμήθηκαν όλοι μαζί στην καλύβα τους, και τώρα ποία έχουν το καταφύγιο που όλοι τους ονειρευόντουσαν.
Τα χρόνια περνούσαν οι καιροί άλλαζαν αλλά αυτοί είχαν την καλύβα τους που τους χάριζε κάποιες ώρες μακριά από τον κόσμο μακριά από της σκέψης τους, το μόνο που ήθελαν ήταν να πάνε εκεί και να περνάνε καλά σαν μία οικογένεια.
Αργότερα η παρέα αυτή ανέλαβε τα ινία του πολιτιστικού συλλόγου και είχε μία ιδέα που όλοι ήθελαν να κάνουν πραγματικότητα, να γεμίσει η αυλή της καλύβας τους παιδιά άντρες και γυναίκες και να δούνε στα πρόσωπα όλων χαρά και να νοιώσουν την καλύβα σαν το σπίτι τους.
Σιγά σιγά όλοι άρχισαν να αγαπάνε την καλύβα και όλο και περισσότεροι έβαζαν το λιθαράκι τους, γιατί ήταν για πολλούς το μέρος που χρόνια έψαχναν.
Τα χρόνια πέρασαν οι άνθρωποι μεγάλωσαν και η καλύβα είχε αρχίσει να χαλάει, λίγο οι κακές καιρικές συνθήκες της περιοχής, λίγο οι άνθρωποι που δεν την αγάπησαν ποτέ μέρα με την μέρα γεννούσε.
Οι άνθρωποι που την αγάπησαν όσο τίποτε άλλο, αυτοί που την κατασκεύασαν δεν άντεξαν να την βλέπουν να καταστρέφεται, και έτσι αποφάσισαν να την διαλύσουν και να φτιάξουν μία νέα όμορφη και φιλόξενη καλύβα, που η αγάπη τους γι' αυτήν όσα χρόνια και αν περάσουν δεν θα σβήσει ποτέ.
Έτσι λοιπόν έφτασε η μέρα πρωί πρωί έφτασαν στην καλύβα, τα συναισθήματα ανάμικτα, λύπη απ' την μία χαρά απ' την άλλη.
Η ώρα είχε φτάσει και χωρίς να το καταλάβουν η καλύβα είχε γίνει κομμάτια ξύλου που περιπλανιόντουσαν στην αυλή της, η νύχτα είχε αρχίσει να πέφτει και τότε πήραν τον δρόμο του γυρισμού.Την επόμενη μέρα θα έμπαιναν τα θεμέλια της νέας καλύβας.
Οι μέρες περνούσαν και οι εργασίες συνεχιζόντουσαν και χωρίς να το καταλάβουν η νέα πέτρινη και όπως την φανταζόντουσαν καλύβα ήταν έτοιμη. Είχαν και πάλι μια καλύβα για να ξεφεύγουν όταν το ήθελαν μια καλύβα που την ''μεγάλωσαν'' σαν παιδί τους και την προσέχουν σαν τα μάτια τους.


Πρέπει να αναφερθώ φυσικά σε αυτούς τους ΔΥΟ ανθρώπους, τον Βράπτση Παντελή και τον Τασσόπουλο Βασίλειο που προσφέρουν σε αυτόν τον τόπο γιατί εδώ μεγάλωσαν, ζουν εδώ, αγαπούν όσο τίποτα αυτό το χωρίο και όσο και αν προσπαθούν να τους κόψουν τα φτερά αυτοί θα πετούν ακόμα ψηλά.

Φωτογραφίες:










φωτογραφίες: Χρήστος Σαπαρδάνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου